τιθέμενα

τιθέμενα
τίθημι
p
pres part mp neut nom/voc/acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • τιθεμένα — τιθεμένᾱ , τίθημι p pres part mp fem nom/voc/acc dual τιθεμένᾱ , τίθημι p pres part mp fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τιθεμένας — τιθεμένᾱς , τίθημι p pres part mp fem acc pl τιθεμένᾱς , τίθημι p pres part mp fem gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κανθήλιο — το (Α κανθήλιον) νεοελλ. ναυτ. το στέγασμα που προφυλάσσει το πάνω από την επιφάνεια τής θάλασσας τμήμα τών παλαιών τροχήλατων ατμοπλοίων, κν. φούσκα. αρχ. 1. σαμάρι υποζυγίου 2. αρχιτ. μικρό δοκάρι τής στέγης προσαρμοσμένο πλάγια στην κύρια δοκό …   Dictionary of Greek

  • προφύσιο — το / προφύσιον, ΝΑ νεοελλ. κωνικός σωλήνας υψικαμίνου που αποτελεί συνέχεια τού αεραγωγού αρχ. (κατά τον Ησύχ.) «προφύσια ἐν τοῑς μετάλλοις τὰ σκέπης χάριν τῶν ἐν ταῑς φύσαις αὐλῶν τιθέμενα». [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + φῦσα «φυσερό»] …   Dictionary of Greek

  • τίθημι — ΝΜΑ (μέσ. παθ.) τίθεμαι τοποθετούμαι νεοελλ. (κυρίως σε φρ.) α) «τίθεμαι επικεφαλής» i) μπαίνω πρώτος στη σειρά ii) μτφ. γίνομαι αρχηγός, προΐσταμαι β) «τίθεμαι επί ποδός» δραστηριοποιούμαι, κινητοποιούμαι γ) «τίθεμαι επί το έργον» καταπιάνομαι… …   Dictionary of Greek

  • Βογιατζής, Βασίλειος — (Επανομή Θεσσαλονίκης 1900 – Θεσσαλονίκη 1970).Οικονομολόγος. Σπούδασε φαρμακευτική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και οικονομικές επιστήμες στο πανεπιστήμιο του Μονάχου. Εργάστηκε αρχικά ως υπάλληλος στο ΙΚΑ Θεσσαλονίκης. Αργότερα εξελέγη υφηγητής στην …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”